ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ

ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΤΩΝ ΧΑΝΙΩΝ

Περιήγηση στα μνημεία

Ιστορική Αναδρομή > Περιήγηση στα μνημεία

Η Μονή του Αγίου Νικολάου των Δομινικανών

Η μεγάλη Μονή του Τάγματος των Δομινικανών μοναχών στα Χανιά χτίστηκε γύρω στα 1320 από την αδελφότητα της Κάντια, που με έγγραφο ζητάει την εισαγωγή αδασμολόγητης ξυλείας για τον σκοπό αυτό.

 

Αρχιτεκτονικά ακολουθεί το πρότυπο της Κεντρικής Μονής του Αγίου Πέτρου. Η Μονή, όπως τη γνωρίζουμε από απεικονίσεις σε παλαιούς χάρτες, φωτογραφίες και περιγραφές, αποτελείται από το ναό με το υψηλό κωδωνοστάσιο και διπλή στοά στη βόρεια πλευρά. Από το συγκρότημα σήμερα σώζεται αλλοιωμένο το καθολικό και ένα μέρος της δυτικής στοάς στη βόρεια πλευρά του (οδός Χατζή Ρούσσου Βουρδουμπά).

 

Ο ναός ήταν βασιλική με εγκάρσιο κλίτος, το οποίο κατέληγε σε τριμερές βήμα χωρίς αψίδα. Το κεντρικό τμήμα του ιερού και ο σολέας στεγάζεται από μεγάλα σταυροθόλια με έξεργες νευρώσεις και τα πλάγια διαμερίσματα του ιερού από οξυκόρυφες καμάρες. Ο υπόλοιπος ναός ήταν ξυλόστεγος με δίρριχτη στέγη. Στο δυτικό τοίχο του νότιου τμήματος του εγκάρσιου κλίτους έχει τοποθετηθεί μεταγενέστερα εξομολογητήριο με τη μορφή μανιεριστικού θυρώματος. Εξωτερικά ο ναός αντιστηρίζεται με υψηλές αντηρίδες, ενσωματωμένες στην τοιχοποιία. Το βορειοδυτικό διαμέρισμα του ιερού, που στεγάζεται σήμερα με σταυροθόλιο, είναι το υπόλοιπο της βάσης του υψηλού κωδωνοστασίου. Στο τμήμα αυτό του ναού έγιναν ερευνητικές εργασίες από την Αρχαιολογική Υπηρεσία, από τις οποίες προέκυψαν ενδιαφέροντα στοιχεία για την αρχική του μορφή. Από το μέσο του εγκάρσιου κλίτους ένα τοξωτό άνοιγμα, το οποίο διαμορφώθηκε μεταγενέστερα με την προσθήκη ενός θυρώματος σε δεύτερη χρήση, οδηγούσε στη στοά με τα κελιά. Σήμερα σώζεται η περίκλειστη αυλή και η βόρεια πλευρά της διώροφης στοάς. Το ισόγειο αποτελείται κατά ένα μέρος του από σκεπαστή στοά, που στεγάζεται από σταυροθόλια και έχει δωμάτια στον όροφο. Στο κέντρο της αυλής υπήρχε μικρή δεξαμενή.

 

Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας ο ναός μετατράπηκε στο Χουγκιάρ Τζαμισί, που υπήρξε το κεντρικό τζαμί της πόλης. Η σημασία του τονίζεται από την ύπαρξη δύο αντί ενός εξωστών (σεριφιέδων) στο μιναρέ, που κτίστηκε στη νοτιοδυτική γωνιά του ναού. Τα μορφολογικά στοιχεία του μιναρέ παρουσιάζουν ενδιαφέρον, γιατί ακολουθούν τη βενετσιάνικη παράδοση.

 

Στην πλατεία μπροστά από το τζαμί διαμορφώθηκε κατά το 18ο αιώνα μια υπόγεια κρήνη για τις απαραίτητες τελετουργικές νίψεις. Το 1918 οι ορθόδοξοι των Χανιών κατέλαβαν το ναό και τον καθιέρωσαν προς τιμήν του Αγίου Νικολάου. Τότε προστέθηκε μεγάλη ημικυλινδρική αψίδα στην ανατολική πλευρά. Στη δεκαετία του ’50 μια ατυχής απόπειρα αποκατάστασης του ναού οδήγησε στην αντικατάσταση της ξύλινης στέγης με νέα κατασκευή από σκυρόδεμα και τη διαίρεση του εσωτερικού με τσιμεντένιες κιονοστοιχίες.

Μονή του Αγίου Φραγκίσκου των Φραγκισκανών (Αρχαιολογικό Μουσείο Χανίων)

Το συγκρότημα βρίσκεται στη σημερινή οδό Χάληδων και στεγάζει το Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης. Σώζεται στο μεγαλύτερο μέρος του αλλοιωμένο από σύγχρονες επεμβάσεις.

 

Στη νότια πλευρά ήταν η διπλή στοά (chiostro) με τα κελιά των μοναχών και τα άλλα κτίρια. Σήμερα η στοά είναι κατά το μεγαλύτερο μέρος της ενταγμένη στα σπίτια και τα καταστήματα που υπάρχουν μέχρι την είσοδο της νεότερης καθολικής εκκλησίας.

 

Στη βόρεια πλευρά του ναού του Αγίου Φραγκίσκου σημειώνεται στους χάρτες της εποχής η ύπαρξη ενός ωραίου κήπου, ανάλογου με αυτόν που υπάρχει σήμερα από την εποχή της λειτουργίας του ως τζαμί. Οι πρόσφατες εργασίες αποκατάστασης του εσωτερικού του ναού αποκάλυψαν τις διάφορες οικοδομικές φάσεις, ορισμένες από τις οποίες συνδέονται και με την πολεοδομική εξέλιξη της πόλης.

 

Το αρχικό τμήμα του ναού διακρίνεται σαφώς στο μέσο του σημερινού και ήταν αρχικά καλυμμένο με ένα είδος σκαφωτής στέγης, που ενισχυόταν από έξεργες νευρώσεις (βεργία). Στην επόμενη φάση έγινε ανακατασκευή της στέγης σε οξυκόρυφη καμάρα και διαχωρίστηκε το εσωτερικό του σε κλίτη. Τα πλάγια στεγάστηκαν με μισή οξυκόρυφη καμάρα. Στη συνέχεια κατασκευάστηκαν τα τρία παρεκκλήσια της βόρειας πλευράς, καλυμμένα από σταυροθόλια με έξεργες νευρώσεις και το γοτθικό μονόγραμμα του Χριστού στο κέντρο τους, και διαμορφώθηκε η βόρεια όψη του ναού.

 

Στα 1605, σύμφωνα με την χρονολογία στο κλειδί του πλάγιου τόξου, θα πρέπει να τοποθετηθεί η προς ανατολάς επέκταση του ναού, η οποία συνδέεται ασφαλώς με την δημιουργία της Ruga Magistra (οδός Χάληδων) κατά την διάρκεια των εργασιών πολεοδομικής ανασυγκρότησης της πόλης, μετά την κατασκευή των νέων οχυρώσεων. Άλλη μια προέκταση θα πρέπει να πραγματοποιήθηκε, πιθανότατα στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, με μια μονόχωρη κατασκευή προς τα δυτικά.

 

Η βάση του πύργου του υψηλού καμπαναριού σώζεται στην ανατολική πλευρά του μνημείου. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας ο ναός του Αγίου Φραγκίσκου μετατράπηκε στο Γιουσούφ Πασά Τζαμισί. Τότε προστέθηκε στη βορειοδυτική πλευρά ο ερειπωμένος σήμερα μιναρές και η οκταγωνική κρήνη στην αυλή. Στη συνέχεια μετατράπηκε σε κινηματογράφο και κέντρο διασκέδασης.

Η Μονή του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου

Το αναστηλωμένο βυζαντινό μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου βρίσκεται δίπλα στις ρωμαϊκές δεξαμενές της αρχαίας πόλης Άπτερα. Αναφέρεται ήδη σε χρονικό του 1181 μ.Χ. ως μετόχι της Μονής Πάτμου, ενώ  κατά τη διάρκεια της ενετικής και οθωμανικής κυριαρχίας διατήρησε μία εξέχουσα θέση στο οικονομικό γίγνεσθαι του τόπου, καθώς στην κατοχή της περιλαμβάνονταν τεράστιες εκτάσεις στον κάμπο του Αποκόρωνα. Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η τεράστια περιουσία της απαλλοτριώθηκε υπέρ των κατοίκων των γύρω χωριών. Το 1964 ερημώθηκε.

Βυζαντινός Ναός Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην Αγιά

Πρόκειται για μια παλαιοχριστιανική βασιλική εκκλησία του 5ου αιώνα μ.Χ. στην Αγιά Κυδωνίας, η οποία λειτούργησε ως καθεδρικός ναός της Επισκοπής Κυδωνίας και Αποκορώνου κατά τη δεύτερη βυζαντινή περίοδο. Ανακατασκευάστηκε τον 10ο με 11ο αιώνα και σήμερα αποτελεί ένα σπουδαίο θρησκευτικό μνημείο, ενταγμένο σε πρόγραμμα ανάδειξης από την Αρχαιολογική Υπηρεσία.

Βυζαντινό φρούριο στον Κάστελο της Αγίας Κυριακής

Στο λόφο Καστέλι Βαρυπέτρου βρίσκονται τα απομεινάρια μιας τειχισμένης ακρόπολης με κτίρια ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων. Στο λόφο αυτό μετά το 961 οι Βυζαντινοί θα οικοδομήσουν ένα νέο φρούριο, από το οποίο σήμερα σώζεται μονάχα ένα τμήμα του τείχους και των δεξαμενών του. Ο χώρος συνδέθηκε αρμονικά με ένα νεώτερο κτίσμα, ένα ορθόδοξο μοναστηριακό συγκρότημα που κτίσθηκε πλησίον του φρουρίου.

Η Παναγία των Renier

Η Παναγία των Renier είναι ένα μικρό οικογενειακό παρεκκλήσι, ενσωματωμένο στα κτίσματα που κάποτε αποτελούσαν το Palazzο Renier, στη σημερινή οδό Μόσχων στην παλιά πόλη των Χανίων. Πρόκειται για ένα μικρό κτίσμα του 16ου αιώνα με είσοδο από τον βορά, με ίχνη τοιχογραφιών και εσοχές στο εσωτερικό του, οι οποίες το συνέδεαν με τα διαμερίσματα του Παλατιού των Renier.

Το Βυζαντινό Τείχος

Η αρχική οχύρωση της πόλεως των Χανίων, αυτή που περιβάλλει το λόφο του Καστελίου, έχει θεμελιωθεί σε υπολείμματα παλαιότερης οχύρωσης των ελληνιστικών χρόνων. Το Βυζαντινό τείχος στο μεγαλύτερο μέρος του έχει κατασκευαστεί με οικοδομικό υλικό από την αρχαία Κυδωνία σε δεύτερη χρήση. Το περίγραμμα του είναι ακανόνιστο και αποτελείται από ευθύγραμμα τμήματα, που διακόπτονται από μικρούς ορθογώνιους ή πολυγωνικούς πύργους.

 

Το τείχος σε ορισμένα σημεία απλώς συμπληρώνει το φυσικό οχυρό βράχο, ενώ από τη νότια και μέρος της ανατολικής και δυτικής πλευράς, καλύπτει εξολοκλήρου την ανάγκη προστασίας της πόλης. Στο τείχος υπήρχαν τέσσερις πύλες οι οποίες σήμερα έχουν κατεδαφιστεί. Οι δύο κύριες πύλες ήταν η δυτική προς την πλατεία Συντριβανίου και η ανατολική στη διασταύρωση των οδών Κανεβάρο και Δασκαλογιάννη. Οι άλλες δύο μικρότερες υπήρχαν μία στη νότια πλευρά, στην συμβολή των οδών Κατρέ και Καραολή-Δημητρίου, και μία στα βόρεια, στο ύψος των τουρκικών Φυλακών προς την οδό Αφεντουλιέφ.

Ρωμαϊκό Θέατρο αρχαίας Απτέρας

Το θέατρο της αρχαίας Απτέρας βρίσκεται στο νότιο τείχος της αρχαίας πόλης, πλησίον της νοτιοανατολικής της εισόδου. Η σημερινή του μορφή ανήκει στη ρωμαϊκή φάση και προέκυψε μετά από ριζική μετασκευή του προγενέστερου ελληνιστικού θεάτρου. Τα εδώλια επανατοποθετήθηκαν σε μια κτιστή υπόβαση, ενώ η σκηνή αντικαταστάθηκε από μια πιο επιβλητική ρωμαϊκή.

 

Τα μεταγενέστερα χρόνια κατασκευάστηκε μια ασβεστοκάμινος στο μέσω του κοίλου, η οποία αλλοίωσε την κατασκευή του θεάτρου. Οι κατασκευαστές της είχαν ενσωματώσει αρχιτεκτονικά μέλη του θεάτρου, ενώ τα ασβεστολιθικά εδώλια αποτέλεσαν την πρώτη ύλη για την παρασκευή ασβέστη. Το κοίλο, διαμέτρου 54,68 μ., αντιστοιχούσε σε 26 σειρές εδωλίων. Σήμερα σώζονται 43 εδώλια στη θέση τους, σε διαμορφωμένη κλιμακωτά αργολιθοδομή, και μέρος της κεντρικής κλίμακας. Επίσης, έχουν αποκαλυφθεί οι 13 χαμηλότερες βαθμίδες θεμελίωσης εξαιτίας νεότερων επεμβάσεων ισοπέδωσης για καλλιέργεια αγρού. Η όψη της σκηνής διαμορφώνεται με τρεις μεγάλες κόγχες, οι οποίες αντιστοιχούσαν σε τρεις θύρες, ενώ ανατολικά και δυτικά του προσκηνίου διαμορφώνονταν τα παρασκήνια. Σήμερα έχουν πραγματοποιηθεί εργασίες συντήρησης και ανάδειξης από την αρμόδια Αρχαιολογική Υπηρεσία.

Αρχαιολογική περιοχή Καστελίου (Κανεβάρο)

Ο οικισμός που ανασκάπτεται μέσα στην πόλη των Χανίων, με κέντρο του το λόφο Καστέλι, είναι ο σημαντικότερος του νομού. Μεγάλα σπίτια με καλοχτισμένα δωμάτια, φροντισμένα δάπεδα με κυκλικά κοιλώματα – εστίες, τοίχοι επιχρισμένοι με βαθύ κόκκινο κονίαμα, κανονικά θυρώματα και κεραμικά προϊόντα εξαιρετικής ποιότητας δείχνουν ότι πρόκειται για ένα σπουδαίο πρωτομινωικό κέντρο.

 

Ο οικισμός αυτός είναι ο σημαντικότερος της δυτικής Κρήτης.
Η θέση του είναι ιδανική, γιατί όχι μόνο γειτονεύει με τη θάλασσα, αλλά περιβάλλεται και από τον πλούσιο χανιώτικο κάμπο, πληρώντας έτσι όλες τις προϋποθέσεις για την ανάπτυξη τόσο της γεωργίας όσο και της αλιείας και του θαλάσσιου εμπορίου. Αυτό επιβεβαίωσαν οι εκτεταμένες ανασκαφικές έρευνες που άρχισαν το 1964 στην πλατεία της Αγίας Αικατερίνης και συνεχίζονται μέχρι σήμερα, πάντα με πολλές δυσκολίες, περιορισμένες στους λίγους ελευθέρους χώρους της πυκνοκατοικημένης περιοχής.

 

Ο λόφος κατοικήθηκε αδιάκοπα από τα πρωτομινωικά χρόνια μέχρι τις μέρες μας, με αποτέλεσμα τα ανασκαφικά στρώματα να είναι πάρα πολλά και συχνά πολύ λεπτά σε πάχος, γεγονός που δημιουργεί ανυπέρβλητες δυσκολίες στη χρονολόγηση και την ταύτιση τους, έτσι ώστε οι ανασκαφές στο χώρο αυτό να θεωρούνται από τις δυσκολότερες στο είδος τους.

 

Κατά την επόμενη μεσομινωική περίοδο(α’ μισό της δεύτερης χιλιετίας π.Χ.), ο οικισμός των Χανίων αναπτύσσεται σε δυναμικό κέντρο. Είναι η περίοδος κατά την οποία εμφανίζονται στην Κρήτη οι πρώτες ανακτορικές εγκαταστάσεις. Ενώ η οικονομία παραμένει γεωργική, παράλληλα αναπτύσσεται το εμπόριο και η ναυτιλία. Δημιουργούνται εμπορικοί σταθμοί έξω από το νησί και ιδρύονται αποικίες. Μια τέτοια σχέση συνδέει την Κρήτη με το κοντινό νησί των Κυθήρων. Χαρακτηριστική είναι η ομοιότητα της κεραμικής από το Καστέλι και το Καστρί Κυθήρων. Το χανιώτικο κεραμικό εργαστήριο παράγει προϊόντα που ακολουθούν τους ρυθμούς της κεντρικής Κρήτης (σκοτεινό επί ανοικτού, ανοικτό επί σκοτεινού, τραχωτό ρυθμό, καμαραϊκό ρυθμό), ενώ δεν λείπουν και οι εισαγωγές κεραμικών από την υπόλοιπη Κρήτη.

 

Δυστυχώς, οι μεσομινωικές οικοδομικές φάσεις του οικισμού του Καστελίου έχουν αφανιστεί από την εκτεταμένη οικοδομική δραστηριότητα στις αμέσως επόμενες περιόδους και είναι πολύ λίγα τα λείψανα που σώζονται.

Κτιριακά λείψανα τόσο των πρωτομινωικών όσο και των μεσομινωικών χρόνων που έχουν εντοπιστεί σε διάφορα σημεία στο σημερινό κέντρο της πόλης των Χανιών (περιοχή Δημοτικής Αγοράς και ανατολικότερα) ίσως υποδηλώνουν μια σπονδυλωτή διάρθρωση του προϊστορικού οικισμού, ενώ κέντρο του παραμένει πάντα ο λόφος στο Παλιό Λιμάνι.